Για 40 χρόνια αντιστάθηκε στον χρόνο, στην εναλλαγή της διασκέδασης και στις πολιτιστικές αλλαγές της Θεσσαλονίκης.

Πριν λίγους μήνες, ο πρώτος ιδιοκτήτης και δημιουργός του «Λούκυ Λοοκ» έφυγε από την ζωή. Mαζί του «σβήνει» και το δημιούργημα του, καθώς σήμερα, πέφτει η αυλαία για το θρυλικό μπαρ της Προξένου Κορομηλά. Λίγο πριν το «τέλος», ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού για σχεδόν 30 χρόνια, μιλάει στο Seleo για τον θρύλο του «Λούκυ Λουκ». 

«Όταν είδα την ανακοίνωση στο facebook ότι κλείνει το Λούκυ Λούκ και έγραψαν «τέλος εποχής», πόνεσε η καρδιά μου. Είχα κάτι συνεντεύξεις και τις ακύρωσα, δεν μπορούσα να μιλήσω. Ήμουν εκεί μέσα 32 χρόνια, αν προσθέσεις και τα χρόνια που δούλευα. Πέρασα τα καλύτερα μου χρόνια μέσα. Χάνω το παιδί μου. Αν δω το μαγαζί να το σπάνε και να το γκρεμίζουν, θα ραγίσει η κάρδια μου. Κάθε ξύλο που θα βγαίνει, θα είναι σαν να ξηλώνουν από μέσα μου μια ανάμνηση»  αναφέρει στο Seleo ο Νίκος Μοδιώτης, ο ιδιοκτήτης του «Λούκυ Λουκ» από το 1985 μέχρι και το 2014.

 

louku look

«Προξένου Κορομηλά 58 , στον 1ο όροφο, πάνω από το Λούκυ Λουκ». Ήταν οι λέξεις που μου είπε, ο Νίκος Μοδιώτης, ώστε να βρω το γραφείο του και να μιλήσουμε για την μεγάλη ιστορία του «Λούκυ», όπως συχνά αναφέρει. Το γραφείο του θα μπορούσε να λειτουργεί και ως «νεκροταφείο» του Λούκυ Λουκ, καθώς μέσα κρύβει όλα τα παλιά αντικείμενα που υπήρχαν κάποτε μέσα στο μπαρ. Ένα από αυτά είναι ο καθρέφτης που φαίνεται η φιγούρα του καθ’ όλη την διάρκεια της κουβέντα μας.  

luckyluck 02

Η Νίκος Μοδιώτης έχει γραφείο οργάνωσης συναυλιών και φεστιβάλ, πράγμα που φαίνεται αμέσως, από τις αφίσες και τα δεκάδες pass που είναι κρεμασμένα παντού στο γραφείο του. Έχει υπάρξει μάνατζερ των Ξύλινων Σπαθιών, των Μίκρο, των Μπλε, των Κόζα Μόστρα και πολλών άλλων. Ροκάς, στις μουσικές επιλογές αλλά και στην ζωή. Συχνά πιάνει και το μικρόφωνο, καθώς από το 1985, είναι ο τραγουδιστής στο συγκρότημα STAINED VEIL.

luckyluck 05

Γιατί ονομάστηκε «Λούκυ Λουκ»

Το «Λούκυ Λούκ» άνοιξε το 1978 από τον Δημήτρη Στεφανίδη. Το 1985 πέρασε στα χέρια του Νίκου Μοδιώτη και του συνεργάτη του Χρήστο Καϊσούδη. Μετά από περίπου 30 χρόνια, οι δυο άντρες που έγραψαν την ιστορία για του «Λούκυ Λουκ», αποφασίζουν να το δώσουν το 2014 στον Μαρίνο Μεταξιώτη και τους συνεργάτες του. Σήμερα, 25η Μαρτίου 2017 το μαγαζί αποχαιρετά τους χιλιάδες θαμώνες του με ένα μεγάλο πάρτι. Αλλά ας αρχίσουμε να ξετυλίγουμε το κουβάρι της ιστορίας του μαγαζιού –αλλά και της πόλης- από το 1969…

«Η μητέρα μου με την μητέρα του Δημήτρη είναι μακρινοί συγγενείς, από το ίδιο χωριό, το Γοργόπη Κιλκίς» αφηγείται ο Νίκος Μοδιώτης «όταν γύρισα εγώ το 1969 από Αυστραλία και πήγα στο χωριό, είχα πάθει σοκ, από τον κόσμο που έβλεπα, τα παιδιά που είχαν ξυρισμένα κεφάλια και την τούφα μπροστά. Εκεί γνωρίστηκα με τον Δημήτρη Στεφανίδη, που ήταν λίγο μεγαλύτερος από μένα. Με έβαζα και κάναμε βόλτα με αγελάδες και με βόδια, πρωτόγνωρα πράγματα για μένα. Κάποια στιγμή αυτός έφυγε από το χωριό. Ξαφνικά, γυρνάει και μου λέει «Νίκο, θα ετοιμάσω ένα μαγαζί. Θα ανοίξω ένα μπαράκι και θα το λέω Λούκυ Λουκ».

Αμέσως δημιουργείται το ερώτημα, γιατί ένα μαγαζί να πάρει το όνομα ενός καουμπόι. Ο Νίκος Μοδιώτης, με όσα γνωρίζει μας εξηγεί: «Του άρεσε του Δημήτρη αυτός  ο χαρακτήρας. Ήταν και αυτός μόνος, όπως ο Λούκυ Λουκ και του άρεσε η ελευθερία που είχε. Κάτι τέτοια μου έλεγε. Δεν ήθελε δεσμεύσεις, ήταν “rock n roll” τύπος. Μας άρεσε και εμάς το όνομα και ήταν όρος να κρατήσουν το όνομα και οι τελευταίοι που πήραν το μαγαζί το 2014».

Ο «Λούκυς» φεύγει και το μαγαζί περνάει στα χέρια των «εργαζόμενων»

Ο Δημήτρης Σταφανίδνης, δημιουργός του μπαρ, είχε το παρατσούκλι «Ο Λούκυς». Φυσικά λόγω του μαγαζιού, αλλά όπως προανέφερε και ο Νίκος Μοδιώτης και λόγω χαρακτήρα. Ο Νίκος Μοδιώτης και ο Χρήστος Καϊσούδης, οι δυο επιχειρηματίες που κράτησαν το μαγαζί για σχεδόν 30 χρόνια, ήταν αρχικά εργαζόμενοι στο «Λούκυ Λουκ».

luckyluck 08

«Το 80’ πήγα να δω το μαγαζί και τον Δημήτρη. Ήταν ένα απλό μαγαζί, ξύλινο, καουμπόικο με ρόδες, κάρα… ξέρεις, τύπου Λούκυ Λουκ. Κάποια στιγμή μου λέει ο Δημήτρης «βρε Νίκο, δεν έρχεσαι να δουλέψεις εδώ στο μαγαζί;». Αμέσως είπα «έρχομαι». Ήμουν σερβιτόρος, έμαθα αμέσως καλά την δουλειά. Μετά, όμως έπρεπε να φύγω για στρατό. Γύρισα και τότε μου πρότεινε να πάρω το μαγαζί μαζί με τον συνεταίρο μου τον Χρήστο Καϊσούδη. Μου άρεσε η ιδέα, η Κορομηλά τότε έσφυζε από ζωή. Η Κορομηλά είχε δυο πεζόδρομους, έναν δρόμο και δεξιά και αριστερά παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Περπατούσε χιλιάδες κόσμος στην οδό και δεν μπορούσε να περάσει αμάξι. Ο κόσμος καθόταν στα μαγαζιά απ΄ έξω, στο Ντόνταντς, στο πρώτο ιστορικό Σνούμπυ που έκανε σάντουιτς…Η καρδιά της Θεσσαλονίκης χτυπούσε αποκλειστικά στην Κορομηλά. Όλα τα κλαμπς και τα μπαρ ήταν εδώ. Υπήρχαν βέβαια και στην Αριστοτέλους κάποια κλαμπς, όπως το Ρόζα-Ρόζα».

luckyluck 09

Κάπως έτσι πέρασε το «Λούκυ Λουκ» στον Νίκο Μοδιώτη και τον Χρήστο Καϊσούδη. Ο «Λούκυς» δίνοντας το μαγαζί, έφυγε στη Σάμο, όπου διατηρούσε beach bar. Πριν λίγους μήνες, έφυγε από την ζωή σε τροχαίο. «Είπαμε, κοίτα να δεις, έφυγε ο Λούκυς, κλείνει και το μαγαζί»… αναφέρει για την τραγική σύμπτωση ο Νίκος Μοδιώτης.

 Η Προξένου Κορομηλά με τα κόκκινα φωτάκια

Η Προξένου Κορομηλά, μέσα στον χρόνο, πέρασε από διάφορες φάσεις. Από «χαλαρό» στέκι των ναυτικών μέχρι και την πιο «χλιδάτη» οδό της Θεσσαλονίκης

«Το 60’ η Προξένου Κορομηλά, ήταν γεμάτη με κόκκινα φανάρια. Ερχόντουσαν τα καράβια και έδεναν στο λιμάνι. Ναυτικοί και ο αμερικάνικος στόλος την είχαν σαν στέκι την οδό αυτή. Εγώ πέτυχα, όταν ήρθα το 70΄ στη Θεσσαλονίκη, ένα μαγαζί με κόκκινο λαμπάκι στη Προξένου Κορομηλά. Υπήρχαν και πιο κιριλάτα μπαρ, τύπου καμπαρέ».

Γρήγορα πέρασαν στην ιστορία τα μπαρ με τις γυναίκες και στην οδό άρχισαν να στεγάζονται τα πιο γνωστά κλαμπ και μπαρ της πόλης. «Το πρώτο μπαρ της γειτονιάς ήταν το Fox, τώρα σε εκείνο το μαγαζί πουλάνε τσάι. Το δεύτερο μπαρ της Προξένου ήταν ο «Δον Κιχώτης» και μετά άνοιξε το Λούκυ Λουκ. Μαζί με το Λούκυ, άνοιξαν και άλλα μπαρ».

Το «Λούκυ» γίνεται στέκι

Φωτογραφία του χρήστη Lucky Luke.

«Πρώτη χρονιά το δουλέψαμε έτσι όπως ήταν γιατί δεν είχαμε λεφτά να το αλλάξουμε. Έξω ήταν γεμάτο κόσμο, στο «Λούκυ» δεν είχε κόσμο όμως, γιατί το θεωρούσαν παλιό μαγαζί.  Mόλις μαζέψαμε κάποια φράγκα το πρώτο καλοκαίρι, το κάναμε μια δειλή ανακαίνιση και τότε πήρε μια πορεία τρελή. Βάλαμε πικ-απ στο Λούκι και είχαμε dj. Τότε ήταν μεγάλο πράγμα να έχει dj ένα μαγαζί».

luckyluck 04

To πρώτο πικ-απ και κασετόφωνο του «Λούκυ Λουκ» κάτω από το σαλόνι στο γραφείο του Νίκου Μοδιώτη

«Το μαγαζί μπήκε ξανά στο παιχνίδι, από στόμα σε στόμα. Δεν υπήρχαν τότε τα check in για να βλέπουμε που είναι οι φίλοι μας, ούτε τα τηλέφωνα. Περπατούσαμε χιλιόμετρα, από μαγαζί σε μαγαζί για να βρούμε τον φίλο μας. Υπήρχαν στέκια. Και αυτό ήταν το στοίχημα μας, να το κάνουμε στέκι το μαγαζί. Το καταφέραμε. Άρχισαν να έρχονται πριν καν ανοίξει το μαγαζί και περίμεναν απ΄ έξω για να πιάσουν θέση, γιατί μετά δεν θα έβρισκαν τίποτα, γινόταν χαμός» αναφέρει ο Νίκος Μοδιώτης.

Οι λόγοι που πέτυχαν και το καθιέρωσαν ήταν απλοί, σύμφωνα με τον κύριο Μοδιώτη. «Ήμασταν άτομα φρέσκα και δυνατά. Εγώ ασχολιόμουν περισσότερο με τις μουσικές, παίζαμε ροκ και μπλούζ στο μαγαζί. Είχαμε πάρα πολύ καλές διαπροσωπικές σχέσεις με τον κόσμο. Κάναμε όλους τους θαμώνες μια παρέα. Μπορεί να ερχόσουν μόνος σου, θα σου γνωρίζαμε άλλα άτομα και θα ερχόσουν μετά μαζί τους».

luckyluck 13

Το μαγαζί έγινε στέκι για πολλούς μουσικούς και συγκροτήματα. Μέσα μπορεί να έβλεπες ταυτόχρονα την κυρία με την γούνα της και τον νέο με τα δερμάτινα, αλλά και βουλευτές. Μάλιστα το μαγαζί επισκεπτόταν, ένας βουλευτής που μετέπειτα έγινε Πρωθυπουργός, μας λέει ο Νίκος Μοδιώτης, χωρίς να θέλει να αποκαλύψει το όνομα του.  

luckylook 06

Οι κρίσεις και οι αλλαγές στην Προξένου Κορομηλά μέσα από το «Λούκυ Λουκ»

Από το 1978 μέχρι και σήμερα, πέρασαν σχεδόν 40 χρόνια. Μέσα σε αυτά τα χρόνια άλλαζαν συνέχεια τα δεδομένα στην διασκέδαση, στην Προξένου Κορομηλά και στη Θεσσαλονίκη. Ο Νίκος Μοδιώτης, μας σημαδεύει τους χρονικούς σταθμούς που τα πράγματα στην πόλη και στην διασκέδαση έπερναν άλλη πορεία.

91′. «Άνοιξε ο «Μύλος», που συνιδιοκτήτης ήταν και ο συνεταίρος μου. Όταν ανοίξαμε μετά το καλοκαίρι εκείνο τον χρόνο, φάγαμε στο κέντρο μια παγωμάρα. Λίγο μετά ξεκινάει και η ιστορία με τα «Λαδάδικα». Τότε είδα την πιάτσα να κλονίζεται. Είχε κόσμο στην Προξένου, αλλά όχι όπως πριν, που λέγαμε «κάθε μέρα είναι Σάββατο».

95’. «Το 95’ ανέβηκε ξανά το μαγαζί. Είναι λογικό να έχει ανεβοκατεβάσματα ένα μαγαζί με μεγάλη πορεία. Δεν μπορείς να είσαι μια ζωή στο πικ. Εκείνη την χρονιά άρχισαν τα βαρελάδικα στην πόλη. Ήταν τα πρώτα κλαμπ που αρχίζουν και παίζουν ελληνική μουσική. Ήταν αποθήκες παλιές, που έβαζαν μέσα βαρέλια και έπαιζαν ελληνικά τραγούδια της εποχής. Εμείς όμως είχαμε τον κόσμο μας».

98′. «Τα «Λαδάδικα» έχουν πάρει φόρα μεγάλη και λέμε «τι γίνεται τώρα εδώ». Αλλά και πάλι ανταπεξήρθαμε. Πολλά μαγαζιά του κέντρου αρχίζουν και κλείνουν. Εμείς κάνουμε διάφορα πάρτι με ξένους dj’s, με μέλη από μπάντες του εξωτερικού και κρατήσαμε έτσι τον κόσμο. Eκείνη την χρονιά όμως κάνουμε και μια ριζική αλλαγή στο «Λούκυ». Το μαγαζί ήταν σκούρο, αλλάξαμε τα ξύλα και βάλαμε πιο ανοιχτά χρώματα. Βάλαμε νέο εξοπλισμό και το εκσυγχρονίσαμε. Με την αλλαγή αυτή ήρθε και καινούριος κόσμος».

00’. Ξεκινήσαμε έναν θεσμό του υπεύθυνου, καθώς δεν μπορούσαμε να είμαστε συνέχεια εμείς στο μαγαζί. Τα παιδιά αυτά δώσανε την ψυχή τους στο μαγαζί και το απογειώσανε.

2010. «Το 2010 έχει αρχίσει η κρίση αλλά και το «άνοιγμα» στην διασκέδαση στην Βαλαωρίτου. Εκείνη την χρονιά έβλεπα την Προξένου άδεια, να μην περπατάει άνθρωπος. Δεν είχε όπως παλιά κόσμο, αλλά ήταν ακόμα πιάτσα η Προξένου, μέχρι να ανοίξουν μαγαζιά στην Βαλαωρίτου. Μετά από εκείνη την χρονιά αρχίζει η αλλαγή στην περιοχή. Όλα τα μπαρ κλείνουν και ανοίγουν μεγάλες μπουτίκ ξένων οίκων. Έτσι «καθάρισε» η γειτονιά και άλλαξε ύφος».

luckyluck 16

Και η χρονιά που το «Λούκυ Λούκ» περνάει σε άλλα χέρια και γίνετια πιο main street είναι το 2014. «Φτάνω σε μια κατάσταση που έχω κουραστεί. Ο Χρήστος ήταν περισσότερο στον Μύλο και είχα εγώ περισσότερο την διαχείριση του μαγαζιού από το 1991. Λόγω του φόρτου εργασιών, την διοργάνωση συναυλιών και του γραφείου, ένιωσα ότι δεν μπορώ άλλο. Είχε πέσει και το μαγαζί, δεν μου άρεσε να το βλέπω έτσι. Όταν ο ιδρυτής κουράζεται είναι καλό να σταματήσει. Το δώσαμε σε νέα παιδιά που είχαν όρεξη. Κράτησαν τον χρώμα του μαγαζιού. Έγιναν πιο αγαπητοί στην γειτονιά γιατί έπαιζαν σε χαμηλότερη ένταση, εμείς ήμασταν «άγριοι», παίζαμε δυνατά»(γέλια).

luckyluck 25

Τα περισσότερα χρόνια το μαγαζί αποτελούσε μια ενναλακτική πρόταση για τον κόσμο της πόλης. Το 1988 και για περίπου τρια χρόνια το μαγαζί λειτουργούσε και τα πρωινά και σέρβιρε καφέ. Ενώ γνωστό σε πολλούς ήταν για τα «darts», καθώς σε έναν από τους τοίχους του μαγαζιού, υπήρχε ένας στόχος και οι θαμώνες μπορούσαν να παίξουν «βελάκια».

Το τελευταίο πάρτι θα «πονέσει» αρκετό κόσμο. Πολλοί έχουν μια ιστορία να πουν από την βραδιά ή τις βραδιές που πήγαν στο «Λούκυ Λουκ». Για σχεδόν 40 χρόνια συμβάδιζε με την ιστορία της πόλης και των ανθρώπων της. «Κάποια στιγμή δούλευαν τα παιδιά των πελατών μου στο μαγαζί. Υπήρχε πελάτισσα που ήταν έγκυος μέσα στου Λούκυ και το κορίτσι που γεννήθηκε δούλεψε στο μαγαζί. Αυτό που μας κράτησε στον χρόνο ήταν η αγάπη που είχαμε μεταξύ μας. Δεν το παίξαμε ποτέ «μουράτοι», τίποτα!».

Για τον Νίκο Μοδιώτη τα πράγματα θα είναι λίγο πιο δύσκολα, γιατί θα συνεχίσει να πηγαίνει στο γραφείο του πάνω από το «Λούκυ Λουκ», χωρίς όμως πια να υπάρχει το μαγαζί. «Ευχαριστούμε τους χιλιάδες φίλους που περάσανε από την πόρτα του Λούκυ Λουκ…» έτσι ήθελε να κλείσουμε ο Νίκος Μοδιώτης!

luckyluck 07

luckyluck 11

luckyluck 14

luckyluck 21

luckyluck 17

luckyluck 19

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here