Μεσήλικες πλέον, οι γεννημένοι τις δεκαετίες του 60 και του 70, βιώνουμε εποχές αλλαγών και έντονης ανασφάλειας. Πρόσφατα άκουσα το γιο μου να με αποκαλεί μεσήλικα… Εκείνη τη στιγμή η λέξη, ο χαρακτηρισμός τούτος μου φάνηκε κάπως, αλλότριος και ξένος. Γρήγορα, όμως, συνειδητοποίησα το αληθές του λόγου του.

Του Αλέξανδρου Μακρίδη

Ναι οι σαραντάρηδες και οι πενηντάρηδες είμαστε πλέον μεσήλικες. Είμαστε πιθανότατα στο ζενίθ της επαγγελματικής μας καριέρας, λίγο δύσκολο να μιλάμε, βέβαια, για καριέρα σε τέτοιες εποχές… Αυτοί που ξεκινήσαμε με όνειρα να αλλάξουμε τον κόσμο αλλά εγκλωβιστήκαμε στο  σύνδρομο του Πίτερ Παν και αρνούμαστε να μεγαλώσουμε, να αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν…

Κι όμως ξεκινήσαμε διαφορετικά για το αλαργινό ταξίδι της ζωής μας… Μεγαλώσαμε πιο «ομαλά» από  την προηγούμενη γενιά που έζησε την κατοχή, τον εμφύλιο, τις μεταπολεμικές δυσχέρειες, τη δικτατορία. Μας δόθηκε η ευκαιρία- δυνατότητα, να γεμίσουμε τη βαλίτσα του ταξιδιού μας με μπόλικες πραμάτειες ( μια ουσιαστική μόρφωση που έλειπε από την προηγούμενη γενιά) και όμως δεν τολμήσαμε οι πιο πολλοί να διαβούμε τον δικό μας προσωπικό Ρουβίκωνα. Σταθήκαμε στην όχθη του, ατενίσαμε την απέναντι όχθη της πρόκλησης αλλά δεν πέσαμε στα ορμητικά του νερά για να την κατακτήσουμε. Γιατί η αντίπερα όχθη απαιτεί συλλογικό αγώνα και εμείς μείναμε στον αριβισμό και στον ατομισμό μας, υπερασπιστές του «φαίνεσθαι» και της κρατούσας κατάστασης.

Έχουμε μια δικαιολογία θα μου πείτε… Βρεθήκαμε στη δίνη της οικονομικής κρίσης. Μιας κρίσης απότοκος της κρίσης αξιών που προϋπήρχε. Και εξηγούμαι. Όταν βασίσαμε την ανέλιξή μας, όχι όλοι ευτυχώς, στη γνωριμία, ρουσφέτι των δημοσίων ανδρών – και γυναικών για να μη θεωρηθώ αντιφεμινιστής – είτε στο δημόσιο τομέα (παρακαλώντας για μια θεσούλα ή μια «ευνοϊκή» μετάθεση ή τοποθέτηση) είτε στον ιδιωτικό τομέα (παρακαλώντας να ανοίξουν οι κρουνοί της χρηματοδότησης της ιδιωτικής μας επιχείρησης από τα κοινοτικά, συνήθως, κονδύλια χωρίς να έχουμε τις απαραίτητες προϋποθέσεις και χωρίς να αναλάβουμε και το κόστος των υποχρεώσεων μας…). Όταν αυτό που μας ενδιέφερε δεν ήταν η ουσία, ο άνθρωπος δίπλα μας ( ακόμα και οι φιλικές και ερωτικές σχέσεις έφεραν σε πολλές περιπτώσεις τις αλυσίδες του συμφέροντος) αλλά αυτό το όμορφο εξωτερικά «φαίνεσθαι» (ένας καλός γάμος, ένα πολυτελές αυτοκίνητο, ένα υπερλούξ σπίτι…) Αξίες και όνειρα ενός κόσμου που καταρρέει…

Ατέρμονες συζητήσεις, ειδικά τώρα στα χρόνια της οικονομικής κρίσης…

Φταίνε όλοι οι άλλοι… Η παλιότερη γενιά που οικοδόμησε αυτό το σαθρό σύστημα αξιών και συναλλαγών… Η νεότερη γενιά που δεν έχει όρεξη, οράματα και συχνάζει σε καφετέριες… Απλοϊκές σκέψεις επαϊόντων. Έχουμε και αυτό το καλό ως Έλληνες. Να γνωρίζουμε τα πάντα και να εκφέρουμε άποψη για τα πάντα.

Δεν θα εναρμονιστώ με τέτοιες κρίσεις. Ούτε για την παλιότερη γενιά  και ειδικά για τη νέα γενιά του τόπου μας. Κι έχω ένα σοβαρό λόγο να διαφωνήσω για τη νεότερη γενιά. Διδάσκω σε Λύκειο του τόπου. Ειδικά τα τελευταία χρόνια, τα χρόνια της «βύθισής» μας, αντικρίζω καθημερινά την αγωνία των μαθητών μου αποτυπωμένη στα πρόσωπά τους. Ψάχνουν να βρουν στηρίγματα και οράματα για να χτίσουν το μέλλον τους. Προβληματίζονται πολύ αναφορικά με την επαγγελματική τους πορεία. Ερευνούν και γνωρίζουν. Έχουν χάσει την ανεμελιά της νιότης και φέρουν μια πρώιμη ωριμότητα. Τους έχουμε φορτώσει ευθύνες και καθήκοντα που εμείς θα έπρεπε να επωμιστούμε. Άσε που τα δικά μας ανεκπλήρωτα όνειρα τους βαραίνουν καθημερινά με τις τόσες εξωσχολικές δραστηριότητες που τους γεμίσαμε…. Ας μην κρίνουμε μόνο με εξωτερικά φαινόμενα και παραστάσεις (τύπου «όλη μέρα στα καφέ…»). Έχουν τις αγωνίες τους, παλεύουν και ονειρεύονται. Έχω πίστη σε αυτή τη γενιά που τα παιδικά και εφηβικά τους χρόνια βούλιαξαν σε μέτρα περικοπές, σχετική ανέχεια και τον δικό μας οπορτουνισμό…

Ζητούμενο, όμως, είμαστε εμείς και όχι η νέα γενιά. Αυτήν έχουν δικαίωμα να την κρίνουν άλλοι. Αρνηθήκαμε να αγωνιστούμε. Αρνηθήκαμε να προτάξουμε το Εμείς απέναντι στο Εγώ, το συλλογικό απέναντι στο ατομικό. Γίναμε πολύ εύκολα αριβίστες και εγωπαθείς με «δικαίωμα» κριτικής άποψης απέναντι σε όλους τους άλλους. Την αυτοκριτική μας ελάχιστοι την δεχόμαστε. Δεν παλέψαμε, δεν αγωνιστήκαμε για οράματα και αξίες ούτε καν «Για ένα πουκάμισο αδειανό, για μια Ελένη» όπως τονίζει και ο Γ. Σεφέρης.

Ματαιωθήκαμε με τις «επιλογές» μας , προσωπικές και πολιτικές, χωρίς καν να αγωνιστούμε… Γιατί η φωτιά ας  κάψει το σπίτι του γείτονα… όμως τούτες τις στιγμές έχει φτάσει, πλέον, ανεξέλεγκτη και στις αυλές μας.

Και τώρα στο μέσο περίπου της ζωής μας (αν ευσταθούν οι προβλέψεις μακροζωίας των ειδικών) στεκόμαστε ανήμποροι σε καράβι χωρίς προορισμό και ελπίδα.

Καιρός να αναλάβουμε τις ευθύνες που μας αναλογούν και να πάψουμε να γκρινιάζουμε μόνο. Ας δώσουμε όλοι ένα χέρι, ο καθένας στον τομέα του, να προχωρήσουμε, να διαβούμε τον Ρουβίκωνά μας. Τουλάχιστον, ας κάνουμε την προσπάθειά μας και ας μην πέσουμε «αμαχητί» κατηγορώντας, ως συνήθως, τους άλλους. Είναι η ύστατη ευκαιρία μας….

Γιατί «Ποιος φταίει που λείπει το τραγούδι μας; ΕΣΥ ΚΑΙ ΕΓΩ ΚΑΙ ΕΜΕΙΣ» (Γ. Ρίτσος)

 

*Πίνακας: «Οδοιπόρος επάνω από τη θάλασσα της ομίχλης»,  Κάσπαρ Ντάβιντ Φρίντριχ, 1818

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here