Όλα τα χωριά του Γράμμου το χειμώνα μένουν αποκλεισμένα 2-3 μήνες από τα πολλά χιόνια.

Από το καλοκαίρι ως το φθινόπωρο ο καθένας φρόντιζε να αποθηκεύσει τα απαραίτητα, για να ξεχειμωνιάσει. Λίγοι ήταν αυτοί που εξασφάλιζαν το ψωμί τους από τα χωράφια τους, το στάρι, τη βρίζα, το καλαμπόκι, τα όσπρια κτλ.

Οι περισσότεροι εργάζονταν σε διάφορες εργασίες ως υλοτόμοι, κτίστες, ραφτάδες. 
Πολλοί ταξίδευαν  σε διάφορα μέρη της Ελλάδας και αρκετοί μετανάστευσαν στο εξωτερικό, στην Αμερική, στον Καναδά,  στην Αυστραλία και σε άλλες χώρες, τελευταία δε, και στην Ευρώπη.

Οι προμήθειες που έκαναν για τον χειμώνα ήταν ότι είχε ανάγκη το σπίτι, στάρι, βρίζα, καλαμπόκι, όσπρια, λαχανικά -πράσσα, λάχανα, κρεμύδια-, λάδια και ότι μπορούσε  καθένας. Απαραίτητα θεωρούσαν τα κρέατα -βοδινό, γιδίσιο, πρόβειο.

Αυτά τα έβαζαν στα καδιά, τα αλάτιζαν και έκαναν παστουρμά. Πολλά από αυτά τα έκαναν καπνιστά.

Σημαντικά προϊόντα από τα γιδοπρόβατα πρόσφεραν στην εξυπηρέτηση της οικογένειας, όπως το κρέας, το μαλλί, το γάλα, το τυρί και τα μεταποιημένα προϊόντα σε φλοκάτες, σεγκούνια, φορέματα και άλλα.

Στα απαραίτητα ήταν και το χοιρινό λίπος, η λίγδα, που χρησίμευε για πολλά φαγητά, για τις πίττες και για άλλες χρήσεις.

Προμήθεια γινόταν και σε φρούτα: τέτοια ήταν τα δαμάσκηνα, τα κορόμηλα, που τα στέγνωναν και ξερά τα είχαν για τον χειμώνα, τα κυδώνια, τα αμύγδαλα, τα καρύδια, τα κάστανα, τα αχλάδια, που τα έβαζαν μέσα στο καδί και σε νερό. Τα άγρια μήλα τα έβαζαν μέσα σε άχυρο. Λίγα-λίγα τα έβγαζαν και τα έτρωγαν.  -Το άχυρο για τα βόδια, άλογα, μουλάρια, γαϊδούρια και άλλα ζωντανά, δηλ. τα μεγάλα ζώα.

Τις πιπεριές τις έβαζαν στα καδιά στην αρμιά με νερό και αλάτι. Από αυτές ξέραιναν σε ραμάθες. Πορτοκάλια, λεμόνια δεν υπήρχαν. Μόνο για άρρωστο χρησιμοποιούνταν, όταν φυσικά δε σάπιζαν.

  Στο χωριό δεν υπήρχε γιατρός. Τον άρρωστο έπρεπε να τον μεταφέρουν στο Νεστόριο. Στα χρόνια 1920-1930 υπήρχε ένας γιατρός στον Αϊ-Λιά (Λιμπίσοβο).

Για να παν στο Νεστόριο έκαναν πορεία 2,5 ωρών και αυτό δεν ήταν καθόλου εύκολο.. Μερικές φορές η ταλαιπωρία αυτή στοίχιζς τη ζωή του αρρώστου.
Ευτυχώς υπήρχε οΑθανάσιος Κώτσιας, ο «μπαρμπα-Θανάσης». Αυτός γλίτωσε πολλούς από βέβαιο θάνατο, παιδιά, γυναίκες, άνδρες και γέρους. Όχι μόνο στηΛάγκα, αλλά και στα κοντινά χωριά.

Αρκετές φορές ήρθε αντιμέτωπος με τους γιατρούς, που, αν και τους έκανε ζημιά, τον παραδέχονταν.

Ο μπαρμπα-Θανάσης γεννήθηκε το 1868 και πέθανε το 1942, ημέρα του Αγίου Αθανασίου. Είχε προχωρήσει στην Ιατρική Σχολή, αλλά αρρώστησε και διέκοψε. Στον Μικρασιατικό πόλεμο υπηρέτησε ως αρχινοσοκόμος και μετά από πολλά χρόνια ήταν στο νοσοκομείο του Ευαγγελισμού στην Αθήνα.

Φάρμακα δεν υπήρχαν. Χρησιμοποιούσαν πρακτικά, διάφορα γιατροσόφια, βότανα και τα όμοια.
 
Μια ολόκληρη ιατρική πρακτική αναπτύχθηκε. 

Π.χ. για το στομάχι ωφέλιμο ήταν το ρόφημα με δυόσμο και τσάι. Στην περίπτωση πυρετού το θερμοβότανο έκοβε τον πυρετό. Για τις αμοιβάδες χρησιμοποιούσαν ψωμόβριζο ή σκόρδο. Στον πονόδοντο κατέφευγαν στη σκάρφη.  Στην περίπτωση χτυπήματος στο μάτι έβαζαν ασπράδι αυγού, βρασμένο κατάπλασμα. Η αγριάδα ήταν αντίδοτο για την πέτρα στη χολή. Άλλα θεραπευτικά βότανα ήταν η ρίγανη, η φτέρη, η τσουκνίδα, που προσφέρονταν ύστερα από βράσιμο σαν ρόφημα και έκανε καλό στην καρδιά για την πίεση και το κυκλοφοριακό. Έβραζαν φύλλα κυδωνιάς, κοτσάνια κερασιών, μουστάκια καλαμποκιού κ.α. για άλλες διάφορες ασθένειες. Από αυτά τα βόταναπολλά χρησιμοποιούσε και ο μπαρμπα-Θανάσης.

 
Από το βιβλίο του Παν. Αθ. Ριζόπουλου «Οι ρίζες μας»

Πηγή: lagka.gr

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here