Κάθε φορά που περνάω απ’ αυτό το δρόμο γίνομαι ζητιάνα. Κάθε φορά που περνάω έξω απ΄αυτή την εκκλησία νιώθω σα να μου χρωστάει κάτι ο Θεός. Γιατί διάλεξα αυτή την εκκλησία; Μα γιατί τα ‘φερε έτσι η ζωή που σχεδόν καθημερινά πρέπει να περάσω από ‘κει.

Της Μαρίας Πολίτη

«Κόβω» δρόμο μοιράζοντας βήματα σε σκόρπιες δουλειές κι υποχρεώσεις. Κάθε μέρα, λοιπόν, καθώς περνάω από την Αγία-Παρασκευή κάνω το σταυρό μου. Κάνω το σταυρό μου και ζητιανεύω. Ζητιανεύω για μένα και γι΄αυτούς που αγαπάω. Ωστόσο νομίζω ότι είναι λίγο. Είναι εγωιστικό να σκέφτομαι μόνο εμένα κι έτσι ζητιανεύω για όλο τον κόσμο. Όλος ο κόσμος χωράει σε έξι μόνο λέξεις: «Θεέ μου έχε μας όλους καλά». Μερικές φορές δεν ξέρω αν παρακαλάω ή ενδόνυχα προστάζω.

«Έχε μας». Δεν ακούγεται και τόσο παρακλητικό. Ποιος όμως μπορεί με δυο λέξεις να κρίνει τον τόνο της φωνής; Μα δεν είναι καν φωνή. Είναι ψίθυρος ψυχής. Είναι λέξεις φτωχές που, όμως, βγαίνουν από μέσα. Δεν παρακαλούν, δεν προστάζουν. Ικετεύουν. Ικέτιδες λέξεις υπηρέτες στο προσωπικό τους καθήκον. Να μεταφέρουν το μήνυμα. Οι λέξεις δεν καταλαβαίνουν από ύφος παρά μόνο από τον τόνο της ψυχής. Η ψυχή είναι που μετράει αυτές τις στιγμές.

Ένα «αχ!», ένας στεναγμός, μια απέλπιδα προσπάθεια να μιλήσω στο Θεό.

Από όταν ήμουν μικρό παιδί άκουγα να λένε ότι ο Θεός είναι μεγάλος. Ο Θεός τους ακούει όλους. «Μα πώς;» αναρωτιόμουν. Αφού είμαστε τόσοι πολλοί! Πώς τα βάζει σε σειρά αυτός ο Θεός, πώς θυμάται τις έγνοιες του καθένα; «Ξέρει Αυτός», ήταν η μόνη απάντηση που έπαιρνα. Έτσι κι εγώ συνήθιζα να του απευθύνω καθημερινά το λόγο και να μοιράζομαι μαζί του τις αγωνίες και τα προβλήματά μου. Δε νοιαζόμουν για την ώρα μιας κι ο Θεός δεν έχει ώρες κοινής ησυχίας. Μα απάντηση δεν έπαιρνα. Κάποιες φορές το εισέπραττα ως απόρριψη. «Κωφεύει ο Κύριος» σκεφτόμουν.  Άλλες φορές πάλι, πιο γενναιόδωρα σκεπτόμενη, του έδινα πίστωση χρόνου. Αυτός τα ίδια!

Όπως και να ‘χει, πάντα πίστευα πως ο Θεός μου χρωστάει κάτι. Ίσως σε όλους να χρωστάει κάτι. Αυτός όλα τα μπορεί, είναι μεγαλοδύναμος και πάνω απ΄όλα φιλεύσπλαχνος. Έτσι έμαθα μόνο να ζητάω.

Εγώ ανήμπορη, Αυτός παντοδύναμος. Εγώ μικρή, Αυτός μεγάλος. Εγώ να χωράω μόνο στο εδώ, κι Αυτός, να χωράει παντού.

Αφού χωράει παντού, σκέφτηκα, τότε μπορεί να χωρά και στην καρδιά μου. Έτσι, άφησα μια γωνιά στην άκρη της ψυχής μου, όταν βρίσκει λίγο χρόνο να έρχεται και να ξεκουράζεται. Όσο κι αν όλα τα μπορεί, κάπου-κάπου θα χρειάζεται κι Αυτός μια ανάπαυλα από την απαιτητική του ρουτίνα. Γιατί ρουτίνα έγινε. Εμείς να ζητάμε κι αυτός να πρέπει να τα μπορεί όλα. Σίγουρα τα μάτια του τα σκεπάζουν όλα. Όλα, εκτός ίσως από κάποιες άκρες που χτυπιούνται από πόλεμο και πείνα. Και τότε είναι που  τον ρωτάω: «Κύριε σίγουρα όλα εν σοφία εποίησες;»…

Ακόμα περιμένω.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here