Η προληπτική γραμμή στήριξης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας (ESM) κρίνεται αναγκαία, την ώρα που η κυβέρνηση κάνει προσπάθειες ώστε να αποφύγει την πολιτική καταστροφή.

Στρατηγική αποφυγής μιας πολιτικής καταστροφής από την επιβολή στην Ελλάδα ενός ακόμη μνημονίου στο τέλος του τρίτου προγράμματος χαράσσει η κυβέρνηση, καθώς, σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες του Σin, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ρίχνει το (μεγάλο…) βάρος της κατά της εντελώς «καθαρής» εξόδου της χώρας στις αγορές μετά το τέλος του τρίτου μνημονίου, δηλαδή χωρίς μια προληπτική γραμμή πιστωτικής υποστήριξης από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας.

Οι ίδιες πληροφορίες αναφέρουν ότι, σε αντίθεση με όσα δήλωσε πρόσφατα ο πρωθυπουργός στο συνέδριο του “Economist”, φωτογραφίζοντας μια εντελώς «καθαρή» έξοδο της χώρας στις αγορές, ενδεχομένως και χωρίς την παραμικρή προληπτική υποστήριξη από τον ESM, η Φραγκφούρτη «ανάβει κόκκινο» σε αυτό το σενάριο, που ακολούθησαν πριν από την Ελλάδα οι άλλες «μνημονιακές» χώρες.

Το μείζον πρόβλημα που απασχολεί τους κεντρικούς τραπεζίτες είναι ότι η Ελλάδα, όταν θα έχει εξέλθει επιτυχώς από το πρόγραμμα, το καλοκαίρι του 2018, θα διατηρεί πιθανότατα πολύ χαμηλή βαθμολογία από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης. Έτσι, οι ελληνικές τράπεζες δεν μπορούν να χρηματοδοτούνται από τους μηχανισμούς του Ευρωσυστήματος, λόγω της χαμηλής βαθμολογίας της χώρας από τους οίκους, ενώ δεν θα μπορεί να εφαρμοσθεί η εξαίρεση (waiver), που ισχύει για τις τράπεζες όσων χωρών εφαρμόζουν πρόγραμμα διάσωσης.

Αυτός ο προβληματισμός οδηγεί σε ένα συμπέρασμα: η έξοδος της Ελλάδας από την εποχή των μνημονίων δεν μπορεί να είναι εντελώς «καθαρή», αλλά θα χρειασθεί την υποστήριξη του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, τουλάχιστον μέχρι να πάρει η χώρα την πολυπόθητη αξιολόγηση «επενδυτικής βαθμίδας» (“investment grade”) έστω από έναν οίκο αξιολόγησης (σήμερα, η πιο κοντινή βαθμολογία στο investment grade δίνεται από την S&P, αλλά εξακολουθεί να υπάρχει απόσταση έξι «σκαλοπατιών»).

Με την προληπτική υποστήριξη από τον ESM, η ΕΚΤ θα μπορέσει να διατηρήσει το waiver για τη συνέχιση της χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών. Όμως, από το σημείο της γενικής παραδοχής ότι θα χρειασθεί η προληπτική υποστήριξη, μέχρι αυτό να μετουσιωθεί σε μια πολιτική απόφαση του Eurogroup υπάρχει πολύ μεγάλη απόσταση και πρέπει να διευθετηθούν πολύ σοβαρές «λεπτομέρειες», με διαστάσεις πολιτικά «εκρηκτικές» για την κυβέρνηση, που υπό κανονικές συνθήκες επιδιώκει να βγάλει τη χώρα το 2018 από την εποχή των μνημονίων, για να έχει ελπίδες ενός καλού εκλογικού αποτελέσματος, το 2019.

«Καλός» ή «κακός» μηχανισμός;

Η κρίσιμη «λεπτομέρεια» σχετίζεται με το αν θα επιλεγεί για την Ελλάδα ο «καλός» μηχανισμός προληπτικής υποστήριξης του ESM, ή ο «κακός» μηχανισμός, που προϋποθέτει νέο μνημόνιο και επιτήρηση, τουλάχιστον για 12 μήνες:

1. Το εργαλείο προληπτικής υποστήριξης που επιλέγει η κυβέρνηση είναι βεβαίως, το πρώτο, δηλαδή η πιστωτική γραμμή PCCL (Precautionary Conditioned Credit Line – Προληπτική Γραμμή Χρηματοδότησης Υπό Όρους). Αυτή η γραμμή, που σημειωτέον δεν έχει χρησιμοποιηθεί ως τώρα από άλλο κράτος μέλος, προσφέρεται από τον ESM, βάσει του καταστατικού του σε χώρες που πληρούν τρεις προϋποθέσεις: έχουν πρόσβαση στις αγορές, το χρέος τους έχει κριθεί ως βιώσιμο και έχουν ολοκληρώσει την εφαρμογή προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής. Η PCCL μπορεί να αξιοποιείται για 12 μήνες για συμπληρωματικό δανεισμό, εάν αυτό κρίνεται σκόπιμο, λόγω των συνθηκών στις αγορές και δεν προβλέπεται επιβολή πρόσθετων όρων ή εφαρμογή νέων μέτρων υπό επιτήρηση.

2. Το δεύτερο, πολιτικά «τοξικό» χρηματοδοτικό εργαλείο, που επίσης δεν έχει αξιοποιηθεί από άλλη χώρα της ευρωζώνης, αλλά είχε προσφερθεί και στην κυβέρνηση Σαμαρά το 2014, είναι η Διευρυμένων Όρων Πιστωτική Γραμμή (Enhanced Conditions Credit Line – ECCL). Όπως φαίνεται και από την ονομασία του, ο μηχανισμός αυτός προβλέπει ενισχυμένους όρους για την παροχή χρηματοδοτικής υποστήριξης. Ειδικότερα, αν η κυβέρνηση υποχρεωθεί να το χρησιμοποιήσει, θα πρέπει να συνομολογήσει ένα νέο μνημόνιο με τους Θεσμούς των δανειστών, 12μηνης διάρκειας, το οποίο θα εφαρμοσθεί με «κλασικές» διαδικασίες επιτήρησης από την τρόικα. Ένας λόγος που ο Α. Σαμαράς είχε προτιμήσει να μην κλείσει την τελευταία αξιολόγηση του δεύτερου προγράμματος ήταν ακριβώς αυτός: θα ήταν υποχρεωμένος να διαπραγματευθεί ένα νέο πρόγραμμα. Την ίδια πολιτική περιπέτεια κινδυνεύει να περάσει και ο Αλέξης Τσίπρας, αν οι Ευρωπαίοι επιμείνουν στην ανάγκη για χρήση του ECCL και όχι του «χαλαρού» PCCL. Κάτι που θα καταστεί αναπόφευκτο, μάλιστα, στην –όχι εντελώς απίθανη- περίπτωση που κριθεί από την ΕΚΤ ότι η γραμμή PCCL δεν της προσφέρει επαρκείς διασφαλίσεις για να παρατείνει το waiver (πρόκειται για μια πολιτική απόφαση, που θα ληφθεί χωρίς να υπάρχει προηγούμενο).

Το δίλημμα για έκδοση νέων ομολόγων

Με αυτά τα δεδομένα, η κυβέρνηση έχει μπροστά της μια μεγάλη πρόκληση: να εκπληρώσει μέχρι τον επόμενο Αύγουστο τους τρεις όρους για την παροχή του PCCL, ώστε να αντιμετωπίσει από διαπραγματευτική θέση ισχύος τις πιέσεις που θα ασκηθούν, κυρίως από το Βερολίνο, για ένα νέο μνημόνιο 12μηνης διάρκειας.

Οι δύο όροι από τους τρεις έχουν πολιτικό χαρακτήρα και εξαρτώνται από την ίδια την κυβέρνηση και τους Ευρωπαίους δανειστές (πλήρης εφαρμογή του προγράμματος, απόφαση του Eurogroup που θα «ξεκλειδώνει» το χαρακτηρισμό του χρέους ως «βιώσιμου»).

Στην εξίσωση της εκπλήρωσης του τρίτου όρου εμπλέκεται, όμως, ένας τρίτος παράγοντας, δηλαδή η αγορά ομολόγων, η οποία θα κρίνει αν θα προσφέρει στην Ελλάδα πρόσβαση σε δανεισμό με ικανοποιητικούς όρους, ή αν θα κρατήσει την πόρτα… μισόκλειστη.

Σύμφωνα με πληροφορίες, η Rothchild, ως σύμβουλος της κυβέρνησης εισηγείται μια «επιθετική» προσέγγιση αυτού του ζητήματος, αρχής γενομένης από μια «κανονική» έκδοση πενταετών ομολόγων μέσα στον Ιούλιο, μέρος της οποίας θα καλύψουν όσοι ήδη κατέχουν τα 5ετή ομόλογα του 2014.

Κατά την Rothchild, μόνο με τολμηρές κινήσεις που θα αποδεικνύουν ότι η αγορά είναι έτοιμη να χρηματοδοτήσει την Ελλάδα, θα μπορέσουμε να φθάσουμε στο καλοκαίρι του 2018 με ένα καλύτερο καθεστώς πρόσβασης στην αγορά από αυτό που είχε το 2014 η κυβέρνηση Σαμαρά, κάτι που οδήγησε στην απόφαση του Eurogroup για την «τοξική» γραμμή ECCL.

Αντίθετος με αυτή την προσέγγιση είναι ο ESM, που εισηγείται αργά βήματα επανόδου στις αγορές, επειδή η χώρα είναι για πολλά χρόνια αποκλεισμένη, όπως τόνισε πρόσφατα και ο Κλάους Ρέγκλινγκ.

Ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, που έχει κρίσιμο ρόλο σε αυτή τη συζήτηση, δεν έχει καταλήξει σε οριστική εισήγηση στην κυβέρνηση για το αν θα πρέπει να επιχειρηθεί άμεσα έξοδος στις αγορές. Όπως δηλώνει χαρακτηριστικά αρμόδιο στέλεχος στο Σin, είναι πολύ δύσκολο να προσεγγίσει κανείς αυτό το ερώτημα πριν την τελευταία στιγμή, όταν θα πρέπει να ληφθούν οι αποφάσεις, καθώς οι συνθήκες μεταβάλλονται δυναμικά σε ελάχιστο χρόνο και μπορεί να επηρεάζονται από εντελώς απρόβλεπτους εξωτερικούς παράγοντες.

Χαρακτηριστικά αναφέρεται το παράδειγμα της έκδοσης τριετών ομολόγων του 2014, που είχε τις καλύτερες προϋποθέσεις για να επιτύχει, αλλά κατέληξε σε μέτρια αποτελέσματα (υψηλό επιτόκιο, χαμηλή συμμετοχή), επειδή έτυχε να συμπέσει με τα προβλήματα που εμφανίσθηκαν ξαφνικά σε μεγάλη πορτογαλική τράπεζα.

Πάντως, το σενάριο της εξόδου στην αγορά μέσα στον Ιούλιο δεν έχει αποκλεισθεί, όσο και αν, για λόγους τακτικής, αποφεύγονται οι προαναγγελίες, που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν και κακό κλίμα στην αγορά ομολόγων.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here