Δεν είναι λίγες οι φορές που κατατάσσουμε το θυμό στα λεγόμενα “αρνητικά” συναισθήματα. Άραγε, γιατί οι περισσότεροι από εμάς ενοχοποιούμε το εν λόγω συναίσθημα και το θεωρούμε τροχοπέδη στις διαπροσωπικές μας σχέσεις; Φταίει το βίωμα του συναισθήματος ή η αδυναμία μας να το διαχειριστούμε;

γράφει η Αθανασίου Δέσποινα

Προσπαθώντας να δώσουμε μία εξήγηση στα παραπάνω, αξίζει να αναφερθούμε στον τρόπο με τον οποίο η κοινωνία καλλιεργεί αυτή τη στάση απέναντι στο θυμό. Για παράδειγμα ας σκεφτούμε ένα παιδάκι που ενώ του κλέβουν τη σειρά στην τσουλήθρα ή κάποιος συμμαθητής αρπάζει το αγαπημένο του παιχνίδι, οι γονείς/εκπαιδευτικοί το παροτρύνουν να παραχωρήσει τη θέση του σαν «καλό παιδί», θέλοντας έτσι να μετριάσουν το θυμό του και να το μυήσουν στην αρμόζουσα διαγωγή. Όμως, μήπως αυτή τους αντίδραση μεταδίδει εσφαλμένα το μήνυμα ότι ακόμα και εν όψει μίας αιτιολογημένης πυροδότησης του θυμού, πρέπει να υποχωρεί και να υπομένει καταστάσεις; Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι φορές που ακούει κανείς τη φράση «Έλα μωρέ, δεν έγινε και κάτι. ΜΗΝ θυμώνεις!». Κι αν όντως έγινε κάτι; Κι αν πράγματι συμβαίνει ένα γεγονός το οποίο μας μειώνει, μας ταπεινώνει, μας ντροπιάζει, μας πονά;

Τότε ακριβώς εμφανίζετε ο θυμός! Συγκεκριμένα, το εν λόγω συναίσθημα πολλές φορές λειτουργεί ως ένδειξη ότι αυτό που βιώνουμε καταπατά κάποια από τα προσωπικά μας όρια. Κατά κάποιον τρόπο, είναι το ενδόμυχο «όχι» που χρειάζεται να ειπωθεί όταν τα πράγματα δεν κυλούν ευχάριστα για εμάς. Αρχικά, εμφανίζονται σωματικά συμπτώματα όπως ταχυπαλμία, εφίδρωση και ερυθρότητα του προσώπου, τα οποία αποτελούν έναν ισχυρό μηχανισμό που η ίδια η φύση μας έχει προνοήσει να ενεργοποιεί κατά τη διάρκεια μίας αρνητικής κατάστασης. Επίσης, όταν αντιληφθούμε ότι αυτό που βιώνουμε παραβιάζει τον «προσωπικό μας χώρο», αρχίζει μία γνωστική επεξεργασία του γεγονότος και οδηγούμαστε σε διάφορες σκέψεις. Πολλές από αυτές μπορεί να μοιάζουν ανάρμοστες. Σκεφτείτε και πάλι το παιδί της ιστορίας παραπάνω. Είναι πιθανό να έβαλε τα κλάματα, να θύμωσε και ίσως να χτύπησε το παιδί που του άρπαξε το αγαπημένο του παιχνίδι. Σαφώς η αντίδρασή του δεν θεωρείτε αποδεκτή. Ωστόσο, το βίωμα του θυμού αποτελεί μία άκρως αναμενόμενη αντίδραση. Και ακριβώς εκεί κρύβεται η χρυσή τομή όσων συζητάμε. Με άλλα λόγια, είναι σημαντικό να μάθουμε να αφουγκραζόμαστε τα συναισθήματά μας, ακόμη και τον θυμό μας! Να του δίνουμε χώρο. Να τον αφήνουμε να εκφραστεί. Γιατί διαφορετικά κινδυνεύουμε να υπομένουμε καταστάσεις που φθείρουν τη ψυχική μας υγεία και υπονομεύουν την προσωπικότητά μας.

Επομένως, αντί να ενοχοποιούμε το θυμό μας, θα ήταν ιδιαίτερα χρήσιμο να εστιάζουμε περισσότερο στον τρόπο διαχείρισής του. Υπάρχουν αρκετοί τρόποι ώστε να επιτύχουμε έναν εποικοδομητικό διάλογο όντας θυμωμένοι. Ωστόσο, το πρώτο βήμα για να τα καταφέρουμε είναι να αποδεχθούμε τη χρησιμότητα του συγκεκριμένου συναισθήματος. Κι ας μη ξεχνάμε ότι το να φανερώνουμε τα συναισθήματά μας διαφέρει εξ ολοκλήρου από το δρούμε επηρεαζόμενοι από αυτά.

Αθανασίου Δέσποινα

Εκπαιδευτικός- MSc Συμβουλευτικής Ψυχολογίας

To άρθρο δημοσιεύθηκε πρώτα την Κυριακή 9 Οκτωβρίου στην εφημερίδα Θεσσαλία

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here