Τον Αύγουστο του 1940 ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος κόντευε να συμπληρώσει ένα χρόνο. Η Ελλάδα, την οποία κυβερνούσε δικτατορικά ο Ιωάννης Μεταξάς, μπορεί να τηρούσε ουδέτερη στάση, αλλά ήταν εμφανές ότι βρισκόταν στο πλευρό της Αγγλίας, που εκείνη την περίοδο δοκιμαζόταν σοβαρά από τις αεροπορικές επιθέσεις της «Λουφτβάφε». Η φασιστική Ιταλία, σύμμαχος της ναζιστικής Γερμανίας, με τον ισχυρό στόλο της διεκδικούσε την πρωτοκαθεδρία στις θάλασσες της Μεσογείου από τη Μεγάλη Βρετανία.

Η διαταγή για τον τορπιλισμό της «Έλλης», ενός ελαφρού καταδρομικού πλοίου («ευδρόμου» με την ορολογία του μεσοπολέμου), δόθηκε από την ιταλό διοικητή των Δωδεκανήσων Τσέζαρε Μαρία Ντε Βέκι, ηγετικό στέλεχος του Φασιστικού Κόμματος της Ιταλίας και πρέπει να ήταν σε γνώση του Ιταλού δικτάτορα Μπενίτο Μουσολίνι. Το ιταλικό υποβρύχιο «Ντελφίνο» με διοικητή τον υποπλοίαρχο Τζουζέπε Αϊκάρντι ξεκίνησε από τη ναυτική βάση στο Παρθένι της Λέρου το βράδυ της 14ης Αυγούστου, με αποστολή να πλήξει εχθρικά πλοία στην Τήνο, τη Σύρο και στη συνέχεια να αποκλείσει τη Διώρυγα της Κορίνθου.

Τις πρωινές ώρες της 15ης Αυγούστου το ιταλικό υποβρύχιο βρέθηκε έξω από το λιμάνι της Τήνου «εν καταδύσει», με σκοπό να τορπιλίσει τα επιβατικά πλοία «Έλση» και «Έσπερος», που μετέφεραν προσκυνητές, αλλά οι Ιταλοί τα θεωρούσαν οπλιταγωγά και συνεπώς εχθρικά. Από το περισκόπιο ο Αϊκάρντι είδε να καταφθάνει στο λιμάνι ένα πολεμικό και δεν άφησε την ευκαιρία να πάει χαμένη, όπως δήλωσε μετά τον πόλεμο. Επρόκειτο για το καταδρομικό «Έλλη», που κατέπλεε στην Τήνο για τις εορταστικές εκδηλώσεις της Μεγαλόχαρης.

Στις 8.25 π.μ., λίγη ώρα πριν από τη λιτάνευση της εικόνας της Παναγίας κι ενώ στην παραλία υπήρχε πολύς κόσμος, το «Ντελφίνο» έπληξε με τρεις τορπίλες το ελληνικό πολεμικό πλοίο. Η μία μόνο τορπίλη βρήκε στόχο, αλλά έπληξε καίρια το ελληνικό πλοίο στο μηχανοστάσιο και τις δεξαμενές πετρελαίου. Μία ώρα αργότερα, το «Έλλη» βυθίστηκε, παρά τις προσπάθειες του πληρώματος να το κρατήσουν στον αφρό. Οι άλλες δύο τορπίλες αστόχησαν και εξερράγησαν στην προκυμαία. Από την επίθεση του «Ντελφίνο» σκοτώθηκαν ένας υπαξιωματικός και οκτώ ναύτες του «Έλλη», ενώ οι τραυματίες ανήλθαν στους 24. Μία γυναίκα, που βρισκόταν στην παραλία, πέθανε από καρδιακή προσβολή μετά την έκρηξη της δεύτερη τορπίλης στην προκυμαία.

Μετά την εκτέλεση της αποστολής του, το «Ντελφίνο» απομακρύνθηκε χωρίς να γίνει γνωστή η ταυτότητά του. Μετά από λίγες ώρες κατέπλευσε στη Σύρο, αλλά αναχώρησε αμέσως άπρακτο, καθώς δεν υπήρχε κανένα πλοίο στο λιμάνι του νησιού. Το «Ντελφίνο» επέστρεψε εσπευσμένως στη Λέρο με διαταγή των ιταλικών αρχών, ακυρώνοντας την αποστολή του στην Κόρινθο. Η επιχείρηση δεν φαίνεται να ήταν σε γνώση των πολιτικών αρχών της Ρώμης (πλην ίσως του Μουσολίνι). Ο υπουργός Εξωτερικών, Γκαλεάτσο Τσιάνο, έγραψε στα απομνημονεύματά του ότι η βύθιση του ελληνικού πλοίου οφείλεται στη θρασύτητα του Ντε Βέκι.

Η έρευνα που διενήργησαν δύτες του Πολεμικού Ναυτικού, έδειξε ότι η τορπίλες ήταν ιταλικές και επομένως η επίθεση έγινε από ιταλικό υποβρύχιο. Η κυβέρνηση Μεταξά τήρησε απόλυτα μυστικό το πόρισμα της έρευνας, για να μην προκαλέσει την Ιταλία και διαταράξει την ουδετερότητα της Ελλάδας. Τελικά, δημοσιοποιήθηκε στις 30 Οκτωβρίου 1940, δύο ημέρες μετά την ιταλική επίθεση εναντίον της Ελλάδας. Παρά ταύτα, από την πρώτη στιγμή η ελληνική κοινή γνώμη δεν είχε καμία αμφιβολία για την εθνικότητα του υποβρυχίου.

Ο τορπιλισμός της Έλλης υπήρξε το πρώτο τέλος του καταδρομικού. Γιατί μετά από μερικά χρόνια ακολούθησε το δεύτερο τέλος του.

Κάθε χρόνο τιμάμε  με ένα στεφάνι στα νερά της Τήνου, το καταδρομικό “Έλλη” που βυθίστηκε άδοξα την 15 Αυγ 1940. Όμως, από τη δεκαετία του 1950 το κουφάρι του ένδοξου πλοίου δεν βρίσκεται πια στον βυθό της θάλασσας. Υπάρχουν πλέον, μόνο κάτι ελάχιστες λαμαρίνες από το ηρωικό καταδρομικό.

Και αυτό γιατί, δυστυχώς, στη δεκαετία του 1950, ένας εργολάβος ζήτησε και πήρε το 1955 άδεια από το κράτος για να εμπορευθεί το κουφάρι του πλοίου. Αφού  μίσθωσε σκαφανδοφόρους δύτες, αυτοί επί δύο χρόνια δούλευαν συστηματικά για το κόψιμο του σκάφους και την τμηματική ανέλκυση των τμημάτων του. Στη συνέχεια, αυτά μεταφέρθηκαν στην Ιταλία και πουλήθηκαν για σκραπ (παλιοσίδερα).

Επειδή το πλοίο ήταν  παλιάς κατασκευής, δεν ήταν σκέτη λαμαρίνα. Ήταν γεμάτο μπρούτζο και χαλκό και  οι σωληνώσεις του ειδικά ήταν πολύτιμες. Για αυτό και συνέφερε τον εργολάβο να αναλάβει μια τόσο δύσκολη επιχείρηση.

Η διαδικασία του διαμελισμού

Οι δύτες έβαζαν εκρηκτικά σε διάφορα σημεία του πλοίου για να αρχίσει ο διαμελισμός του και τα κομμάτια του μεταφέρονταν σιγά σιγά στην επιφάνεια, σε μια  ειδική εξέδρα που είχε στηθεί από τον εργολάβο.  Ήταν μια δύσκολη διαδικασία αφού η Έλλη κείτονταν σε βάθος 47 μέτρων και σε απόσταση 450 μέτρων από το λιμάνι της Τήνου.

Αφού ολοκληρώθηκε το έργο μετά από δύο χρόνια, οι δύτες, κατόπιν άδειας από τον εργολάβο «σκούπισαν»  τα μικρά κομμάτια του πλοίου από το βυθό και τα πούλησαν για προσωπικό τους όφελος.

Το ακόμα πιο παρανοϊκό μέρος της ιστορίας ήταν ότι οι ίδιοι δύτες ανέλαβαν να απομακρύνουν και τα πυρομαχικά, χωρίς καμία επίβλεψη από τις αρμόδιες υπηρεσίες του κράτους, τα οποία προφανώς δεν παραδόθηκαν στο Πολεμικό Ναυτικό αλλά στον εργολάβο για την εκποίηση τους.

Όμως το πλέον εξοργιστικό της υπόθεσης είναι ότι, το καταδρομικό θα μπορούσε να ανελκυστεί με τη χρήση ειδικών μπαλονιών, διότι το πλοίο ήταν στο βυθό κυριολεκτικά ατόφιο! Στην ουσία είχε μόνο μια τρύπα κάτω από την παχιά  θωρακική ζώνη την οποία προκάλεσε η τορπίλη και βύθισε το πλοίο. Το πλοίο ούτε εξερράγη ούτε διαλύθηκε. Βυθίστηκε ατόφιο λόγω εισροής υδάτων από την τρύπα.

Τριάντα χρόνια μετά, ψάχνοντας για υπολείμματα

Το 1983 Έλληνες δύτες με επικεφαλής τον επονομαζόμενο «Έλληνα Ζαν Κουστώ» Αλέξανδρο Παπαδόπουλο, κατέβηκαν στο βυθό για να κινηματογραφήσουν ό,τι είχε απομείνει από το ναυάγιο. Γνώριζαν για το διαμελισμό του πλοίου και την εκποίηση των κομματιών του, αλλά έλπιζαν ότι θα έβρισκαν αρκετά από τα μέρη του πλοίου.

Προς μεγάλη τους απογοήτευση βρήκαν το βυθό «σκουπισμένο». Δεν είχε απομείνει απολύτως τίποτα που να θυμίζει ότι σε εκείνο το μέρος είχε βυθιστεί η Έλλη». Πέρα από κάποια κομματάκια λαμαρίνας στο μέγεθος ενός ταψιού, το μόνο αξιόλογο κομμάτι που βρήκαν και ανέσυραν ήταν η ανεμοδόχος του πλοίου.

ΑΠΟΜΕΙΝΑΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗ

 

Ο Αλέξης Παπαδόπουλος περιγράφει εκείνη τη συγκινητική στιγμή :

«Κρατώντας τη βαριά κάμερα, είδα από μακριά ένα μεταλλικό κομμάτι. Δε δυσκολεύτηκα να καταλάβω ότι ήταν η ανεμοδόχος. Συνέχισα να κινηματογραφώ και οι άλλοι δύο δύτες πλησίασαν. Και έκαναν κάτι που δε θα ξεχάσω ποτέ. Έβγαλαν το ρυθμιστή τους, έσκυψαν πάνω από την ανεμοδόχο, έκαναν τον σταυρό τους και προσκύνησαν».

Ο δύτης, αφού συντήρησε το κομμάτι, το δώρισε στο Ναυτικό Μουσείο Ελλάδας, στον Πειραιά, όπου βρίσκεται σήμερα.

Είναι το μόνο κομμάτι που διασώθηκε από το θρυλικό καταδρομικό που πήρε μέρος στη Μικρασιατική Εκστρατεία και είχε τόσο άδοξο «διπλό» τέλος.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here