Τελευταίες μέρες του Αυγούστου. Τελευταίες προετοιμασίες για επιστροφή στην καθημερινότητα, που φέτος αναμένεται δύσκολη και απαιτητική. Κλείνω τα παντζούρια, τραβάω τις κουρτίνες, στερεώνω στο σκοτάδι χρώματα και αναμνήσεις, σφίγγω την καρδιά μου και οπλίζομαι με υπομονή. Ανοίγω διάπλατα τα μάτια μπας και γλυτώσω από δακρύβρεχτα σενάρια μα δεν τα καταφέρνω. Εκεί στην άκρη απ΄ το δάκρυ μου στέκεται μετέωρο το καλοκαίρι.

Της Μαρίας Πολίτη

Ένα κοχύλι, απόκτημα της κοπιαστικής πεζοπορίας κάτω από τον ανελέητο ήλιο, μου σφυρίζει στ΄ αυτί τον ήχο της θάλασσας. Δεν θυμάμαι κάτω από ποιά πέτρα έκρυψα την ξεδιάντροπη χαρά μου για τις ώρες που μου χαρίστηκαν ανάμεσα στο γαλάζιο τ΄ ουρανού και της θάλασσας.

«Πάει κι αυτό το καλοκαίρι».

Κι εκεί που ο νους πάει να ξεστρατίσει, συνειδητοποιώ πως πέντε λέξεις όλες κι όλες κρατούν μέσα τους  μια ολόκληρη εποχή.

Όσα κάναμε, όσα δεν προλάβαμε, τα γέλια στις αυλές, τα κουκούτσια απ΄ το καρπούζι να επιπλέουν σα βαρκούλες στο κόκκινο ζουμί, οι τζίτζικες που στιγμή δε σταμάτησαν να υμνούν τον ήλιο, το ασταμάτητο βουητό της μέλισσας, τα μαυρισμένα κορμιά, τα βρεγμένα μαλλιά, τα παγωτά που φάγαμε κι άλλα τόσα που δε δοκιμάσαμε, οι βουτιές απ΄ τους βράχους, η καυτή άμμος, η ζαλάδα από την αψάδα του μεσημεριανού ήλιου, τα γεμιστά στο ταψί, οι φρέσκες ντομάτες και οι πιπεριές απ΄ τον κήπο, η ζέστη που δεν σ΄ αφήνει να κλείσεις μάτι, η κρύα μπύρα γύρω από ένα τραπέζι με φίλους, τα βραδινά μπάνια, οι κουβέντες που έμειναν στη μέση κ αυτές που δεν άρχισαν ποτέ, η χαρά ν΄ανταμώνεις με αγαπημένα πρόσωπα, η ματαίωση για όσα δεν έκανες γιατί ο χρόνος δεν είναι ποτέ αρκετός.

Κανένα καλοκαίρι δεν είναι ποτέ αρκετό. Τελειώνει χωρίς να σε ρωτήσει. Τι αυθάδεια κι αυτή! Ξέρει πως έχει το πάνω χέρι. Μας περιπαίζει και ύστερα γελάει μαζί μας.

«Του χρόνου», σου φωνάζει καθώς κατεβαίνει με το ήλιο στη θάλασσα. «Του χρόνου θα κάνεις όσα δε μπόρεσες φέτος» και οι λέξεις κοκκινίζουν πίσω από το τελευταίο ηλιοβασίλεμα.

Στέκομαι και το κοιτάζω στα μάτια. Νιώθω ακόμα να μου χρωστάει. Βάζω τα άδεια μου χέρια στις τσέπες και είναι σα να κρατάω ό,τι πολύτιμο  έζησα.

Τελευταία φορά για φέτος. Ένα τελευταίο αντίο, ένας τελευταίος καφές, ένα τελευταίο φιλί, μια τελευταία αγκαλιά, μια τελευταία ματιά στο κάδρο των στιγμών μου.

Πάντα αφήνω πράγματα για το επόμενο καλοκαίρι. Όχι από επιλογή, αλλά επειδή αυτό αποφασίζει πότε είναι η κατάλληλη ώρα για το καθετί. Είναι μάταιο να βρίσκομαι σε ρήξη μαζί του. Έχω παραδοθεί στις διαθέσεις του, ανέχομαι όλα του τα καπρίτσια, φτάνει μόνο να επιστρέφει. Φτάνει μόνο να κρατάει την υπόσχεση που μου δίνει κάθε φορά.

«Του χρόνου»…

Μια φευγαλέα ματιά και ο χρόνος χωρίζεται στα δύο. Τέλος εποχής. Ξεπουλήσαμε για φέτος.

Αρχή της Ινδίκτου. Το καλοκαίρι ευλόγησε, το φθινόπωρο βλασταίνει.

Πόσα πια του χρωστάμε;

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

Please enter your comment!
Please enter your name here